συντροφεύομαι

συντροφεύομαι
συντροφεύομαι, συντροφεύτηκα, συντροφευμένος βλ. πίν. 18

Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”